Ο Γνωμαγόρας, του οποίου το όνομα φέρει ο Σύλλογος των Νισυρίων της Αθήνας και παλαιότερα ο αδελφός Σύλλογος των Νισυρίων της Αμερικής, γεννήθηκε και έζησε στη Νίσυρο από τα τέλη του 3ου ως τα μέσα του 2ου π. Χ. αιώνα.
Όπως όλα τα νησιωτόπουλα έτσι και εκείνος ένοιωθε από μικρός μια έλξη προς τη θάλασσα, η οποία και τον κέρδισε όταν μεγάλωσε. Έγινε καπετάνιος και με το ιδιόκτητο καράβι του, τύπου “τριημιολίας”, δηλαδή τρικάταρτο ιστιοφόρο, που το ονόμασε ΕΥΑΝΔΡΙΑ ΣΕΒΑΣΤΑ (Δωρική διάλεκτος αντί Σεβαστή), ταξίδευε στα γύρω νησιά.
Ήταν τότε η εποχή, που η περιοχή του Αιγαίου είχε γίνει στόχος Κρητικών πειρατών, οι οποίοι αποβιβάζονταν στα νησιά και προέβαιναν σε κλοπές και λεηλασίες, ενέργεια που απασχολούσε σοβαρά τις αρχές των νησιών και την οποία δεν μπορούσε να ανεχτεί ο Γνωμαγόρας. Γι’ αυτό όταν πληροφορήθηκε πως οι Ροδίτες ετοίμαζαν στόλο για να βγει και να αντιμετωπίσει τους πειρατές, επάνδρωσε και εξόπλισε με δικά του χρήματα το πλοίο του και ήρθε από τους πρώτους και τέθηκε στη διάθεση των Αρχών της Ρόδου.
Από το 201 ως το 190 π.Χ., επί ένδεκα ολόκληρα χρόνια, ο Γνωμαγόρας πολεμούσε στον αντιπειρατικό αγώνα ως απλός καπετάνιος, κάτω από τις διαταγές των Ροδίων Ναυάρχων Κλεωναίου, Ακεσίμβωνα και Εύδαμου. Σε κάθε σύγκρουση με τους πειρατές, οδηγούσε στην πρώτη γραμμή το πλοίο του και με τη συμπαράσταση των αφοσιωμένων σ’ αυτόν ανδρών του πληρώματός του, πολεμούσε με αυτοθυσία και υπέρμετρο ηρωισμό τους αντιπάλους, σε σημείο μάλιστα, που και μόνο η εμφάνιση του πλοίου του, τους έτρεπε σε άτακτη φυγή.
Η δράση, η τόλμη και η ικανότητα του Γνωμαγόρα είχαν εντυπωσιάσεις τους Ρόδιους Ναυάρχους, οι οποίοι στις αναφορές τους προς τις αρχές της Ρόδου περιέγραφαν τα κατορθώματά του με θαυμασμό και πολύ κολακευτικά σχόλια, με αποτέλεσμα, σε λίγο καιρό ο Γνωμαγόρας να προαχθεί στο βαθμό του Στρατηγού των Νηών, Διοικητή Μοίρας πλοίων όπως θα λέγαμε σήμερα.
Κάποτε ο αγώνας τελείωσε, η τάξη αποκαταστάθηκε στο Αιγαίο και ήρθε η ώρα του απολογισμού και της εκτίμησης της προσφοράς του καθενός. Τότε, η Βουλή των Ροδίων κάλεσε τον Γνωμαγόρα και του απένειμε την πιο μεγάλη τιμητική διάκριση, το Χρυσό Στεφάνι της νίκης, παραχωρώντας του συγχρόνως το προνόμιο του “ερατεύειν και δαμιεργείν”, δηλαδή του προϊσταμένου όλων των θρησκευτικών τελετών της Νισύρου και του Κυβερνήτη του νησιού, αξιώματα τα οποία απονέμονταν μόνο σε άτομα μεγάλης εθνικής και κοινωνικής προσφοράς, άμεμπτου χαρακτήρα και αναγνωρισμένης αξίας και ικανότητας. Φορτωμένος με τις τιμητικές αυτές διακρίσεις, ο Γνωμαγόρας έφτασε στη Νίσυρο, όπου οι συμπατριώτες του τον υποδέχτηκαν με τιμές αληθινού ήρωα, ενώ οι οπαδοί – εκπρόσωποι των θεών Ερμή (Ερμαϊστές), Αφροδίτης (Αφροδισιαστές) και Μιλίχιου Δία (Μιλιχιαστές) τον στεφάνωσαν με χρυσά στεφάνια, δώρα των θεών στους οποίους οι κάθε ομάδα πίστευε.
Από τότε, σε κάθε εμφάνισή του ο Γνωμαγόρας, δεχόταν τις εκδηλώσεις θαυμασμού και σεβασμού των συμπατριωτών του, ενώ το όνομά του έγινε γνωστό έξω και πέρα από τη Νίσυρο.
Όταν ο Γνωμαγόρας πέθανε, οι άρχοντες της Νισύρου του έστησαν αδριάντα, που τον φιλοτέχνησε ο Ρόδιος γλύπτης Επίχαρμος. Η μαρμάρινη βάση του αδριάντα εντοπίστηκε αργότερα ως βάση της Αγίας Τράπεζας στο εκκλησάκι της Καθολικής στο Λαγκάδι. Σήμερα φυλάσσεται σε περίοπτη θέση στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νισύρου, ως ένας πολύτιμος αρχαιολογικός θησαυρός, που φέρει χαραγμένα στην επιφάνειά του τα ακόλουθα:
Γνωμαγόραν Δωροθέου Νισύριον
στρατευσάμενον εν τριημιολία
α όνομα Ευανδρία Σεβαστά
και στεφανωθέντα υπό ταν Βουλάν
χρυσέοις στεφάνοις και ιερατεύσαντα
εν Νισύρω ταν σεβαστάν
και δαμιεργήσαντα και γυμνασιαρχήσαντα
εν Νισύρω και θέντα το έλαιον
πάσιν ελευθέροις και τοις κατοικούσιν
εν Νισύρω και τοις παρεπιδημεύσιν
και γενόμενον αυάρεστον πάσι τοις κοινίοις
τοις εν Νισύρω και στεφανωθέντα
υπό Ερμαϊζόντων χρυσέοις στεφάνοις
πλεονάκις και υπό Αφροδισιαστάν Σύρων
και υπό Διός Μιλιχιαστάν και τιμαθέντα
υπ΄αυτων και στεφανωθέντα.
Από το βιβλίο “Σύλλογος Νισυρίων Αθηνών ο ΓΝΩΜΑΓΟΡΑΣ – Ιστορική Διαδρομή” του Γιάννη Διαμ. Χαρτοφύλη, επίτιμου Προέδρου του Γνωμαγόρα.